ΘΕΑΤΡΟ

Ο Γιώργος Κιμούλης δεν παίζει ποτέ κανέναν ρόλο

Μιλήσαμε με τον ηθοποιό για τη νέα του παράσταση, την αόρατη κλωστή που δένει τις δουλειές του και για το σκάνδαλο που έχει ταράξει τα νερά του Χόλιγουντ.

“Θα ‘θελα να γίνω αυτός που ήταν καμιά φορά κάποιος άλλος”. Αυτή η φράση από τον ‘Κάσπαρ’ του Χάντκε θα σημάδευε τον Γιώργο Κιμούλη όταν τριγυρνούσε ως πιτσιρικάς στα θέατρα για να βρει τον ηθοποιό που του είχε κλέψει το κορίτσι.

Μέχρι τότε μόνο θεατρόφιλο δεν θα τον χαρακτήριζες – το μεγαλοαστός και μέτριος μπασκετμπολίστας θα ταίριαζε καλύτερα. Ο έρωτας όμως με την παράσταση εκείνη ήταν τόσο κεραυνοβόλος που η γυάλινη σφαίρα έσβησε απ’ το βιογραφικό του τη λαμπρή πορεία ενός νομικού με καταβολές δικηγορικής οικογένειας και έγραψε ηθοποιός με νέον φώτα να φωτίζουν τη μαρκίζα. Και όλα αυτά παρά τον εισαγγελέα που έφερε η μητέρα του στη διάρκεια μιας παράστασής του για να τον αποτρέψει.

Από τότε μέχρι σήμερα πέρασαν τέσσερις δεκαετίες και στη μαρκίζα δίπλα από το ηθοποιός γράφτηκαν οι λέξεις σκηνοθέτης και πατέρας, αλλά ο Γιώργος Κιμούλης ακόμα δεν έχει πει όχι σε μεγάλη πρόσκληση. Το βραβευμένο θεατρικό του David Harrower ‘Το Μαυροπούλι’ είναι μία από αυτές. Μια ιστορία που ανιχνεύει τα όρια της ηθικής και της σεξουαλικής επιθυμίας μέσα από την αντιπαράθεση της Ούνα με τον Ρέυ – τον φίλο και συνομήλικο του πατέρα της με τον οποίο είχε σχέση όταν ήταν μόλις 12 ετών – το ‘Μαυροπούλι’ είναι ένα έργο που έχει σημαδέψει και ζορίσει όσους ηθοποιούς έχουν αποφασίσει να καταπιαστούν μαζί του. Γι’ αυτήν τη νέα πρόκληση λοιπόν, βρήκαμε την αφορμή για να μιλήσουμε στον ηθοποιό για την αόρατη κλωστή που δένει όλες τις δουλειές του, για τα χρόνια του στην τηλεόραση και για το σκάνδαλο που έχει ταράξει τα νερά του Χόλιγουντ.

***

Ποιες συνεργασίες σάς έπλασαν ως ηθοποιό στα 40 χρόνια της καριέρας σας;

Προσωπική ερώτηση. Πολύ προσωπική. Γιατί κάποιοι έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη ζωή μου ερήμην τους. Απ’ την άλλη δε θέλω να φανεί συναισθηματικά τσιγκούνικο το να μην δηλώνω ποιοι με επηρέασαν – ίσως και να μεταμόρφωσαν πλήρως αυτό που είμαι τώρα. Αλλά αν δεν τους αρέσει; Πώς θα βγω εγώ και θα πω, πως έπαιξαν κάποιο ρόλο στο να δημιουργηθεί αυτό που είμαι; Καλύτερα να τους μνημονεύω σιωπηρά σε κάθε μου παράσταση.

Υπάρχει κάποιος ρόλος ή κάποιο έργο που σας εντυπωσίασε τόσο πολύ που σχεδόν ζηλέψατε;

Όχι. Δε ζηλεύω φανταστικά πρόσωπα. Κι όταν αυτά παρουσιαστούν στη σκηνή παύουν να είναι φανταστικά.

Έχετε εντοπίσει κάποιο κοινό σημείο στους ρόλους που διαλέγετε;

Το στοιχείο που μ’ ενδιαφέρει πάντα είναι η δυνατότητα ενός προτσές, που δίνει ο συγγραφέας, μιας διαδικασίας ανάπτυξης, στο πρόσωπο που εμφανίζω στη σκηνή. Ένα προτσές που αναπτύσσεται παράλληλα ή και αντίθετα πολλές φορές με την εξέλιξη της ιστορίας του έργου. Ίσως γι’ αυτό προτιμώ τα κλασσικά έργα. Σ’ αυτά η ανάπτυξη των προσώπων είναι το πρώτιστο.

Ποια είναι τα κριτήριά σας όταν διαλέγετε το επόμενο πρότζεκτ σας και πόσο δύσκολο πρακτικά είναι να συνδυάζεται ένας πρωταγωνιστικός ρόλος με τη σκηνοθεσία;

Κάθε φορά αφουγκράζομαι αυτό που ακούγεται, έστω και χαμηλόφωνα, στον κοινωνικό μου χώρο και στη συνέχεια, μέσω των παραστάσεών μου, προσπαθώ να θέσω και τα δικά μου ερωτήματα.

Βρεθήκατε στην τηλεόραση από τις αρχές της. Ποια είναι η πρώτη ανάμνησή σας από το μέσο;

Την πρώτη φορά που έπαιξα στην τηλεόραση, όλα ήταν ασπρόμαυρα. Ναι. Πρόλαβα την ασπρόμαυρη τηλεόραση. Είχα παίξει μάλιστα και σε δύο σήριαλ, ‘Εγνατία οδός’ και ‘Λάουρα’. Όπως και έπαιξα στο πρώτο έγχρωμο σίριαλ. Στην ‘Αστροφεγγιά’. Αυτό που θυμάμαι έντονα ήταν η χρωματική αδιαφορία των κοστουμιών στην ασπρόμαυρη τηλεόραση. Λες κι ήμασταν σε καρναβάλι ντυνόμασταν. Γελάγαμε πολύ. Αφού τα χρώματα δε φαινόντουσαν, φορούσαμε ό,τι να ‘ναι. Πολύ γέλιο.

Η ‘Αστροφεγγιά’ και ο ‘Κίτρινος Φάκελος’ είναι σειρές-ορόσημα για την ελληνική τηλεόραση. Σας λείπουν τέτοιες δουλειές σήμερα;

Ναι. Αλλά η τηλεόραση είναι ένα ολόκληρο σύστημα. Διαμορφώνεται χαμαιλεοντικά , ανάλογα με τις ανάγκες του πολιτικού συστήματος. Τώρα το παγκόσμιο σύστημα θέλει να κρατά τους ανθρώπους απορροφημένους πλασάροντας πως τους ενημερώνει διαρκώς και συνεχώς. Ψευδές. Ο διαρκής, ταχύτητα επαναλαμβανόμενος, βομβαρδισμός γεγονότων δεν επιτρέπει στη γνώση να γίνει κρίση. Η ενημέρωση παραμένει ενημέρωση και με την επόμενη ενημέρωση ξεχνιέται. Αυτό συμβαίνει συνολικά σ’ αυτό το σύστημα.

Σας μένει χρόνος για να παρακολουθείτε ξένες τηλεοπτικές παραγωγές;

Είμαι φανατικός του Nordic Noir. Θεωρώ πως στις σκανδιναβικές χώρες κάνουν σπουδαία σίριαλ και τηλεοπτικές ταινίες.

Ποια ήταν η πρώτη επαφή σας με το ‘Μαυροπούλι’;

Αυτό έγινε πριν δέκα χρόνια περίπου στο Λονδίνο. Είχα εντυπωσιαστεί από το κείμενο του Harrower και ως προς την ανάπτυξη του θέματος, αλλά και από τον τρόπο κατασκευής των διαλόγων.

Η θεματική του έργου είναι ριψοκίνδυνη. Σας φοβίζει αυτό;

Όχι, δε θα έλεγα πως μου δημιουργεί φόβο. Ο τρόπος που ο συγγραφέας ασχολείται με το θέμα της παιδοφιλίας και o διαχωρισμός που τολμά να κάνει μεταξύ παιδοφιλίας και κακοποίησης ανηλίκου, προστατεύει την παράσταση από παρεξηγήσεις. Άλλωστε, όπως και ο ίδιος έχει δηλώσει, δεν τον ενδιέφερε τόσο το θέμα της παιδοφιλίας, που ούτως ή άλλως η κοινωνία έχει πάρει σαφή θέση, στιγματίζοντάς το αρνητικά, όσο η ανάγκη να εισχωρήσει στο σκοτεινό τοπίο της ερωτικής επιθυμίας και το πώς το παρελθόν επεμβαίνει και καθορίζει τις μελλοντικές μας πράξεις.

Πόσο εύκολο (ή δύσκολο) είναι να μπει ένας ηθοποιός στα παπούτσια ενός χαρακτήρα σαν του Ρέυ; Ως θεατής, πώς τον αντιμετωπίζετε;

Μα, δεν είμαι θεατής. Ξέρετε, η προσέγγιση ενός θεατρικού προσώπου δεν είναι κάτι που μπορεί να περιγράψει ο ηθοποιός με αρκετή σαφήνεια, ώστε να γίνει πλήρως κατανοητή σε ανθρώπους εκτός θεάτρου. Τι θέλω να πω μ’ αυτό; Η προσπάθεια να αποκτήσει κατασκευαστική (και ίσως και επιστημονική) αξία η υποκριτική, ξεκίνησε στην ουσία στις αρχές του 20ου αιώνα. Είναι σχεδόν νεογνό. Υπάρχουν λοιπόν πολλές σκέψεις, θεωρίες, τρόποι προσέγγισης, που σχεδόν όλες συγκλίνουν και αποκλίνουν την ίδια στιγμή. Εγώ δεν αντιμετωπίζω ένα πρόσωπο σαν να είναι κάποιος άλλος. Σε μία θεατρική παράσταση ο ηθοποιός δεν παίζει τη διάρκεια (το σύνολο) του έργου, είναι ο ίδιος η κάθε στιγμή του συγκεκριμένου προσώπου. Ξέρω πως αυτό μπορεί να μην είναι σαφές, αλλά δε μπορώ να το περιγράψω διαφορετικά. Δεν μπαίνω σε κανενός τα παπούτσια. Δικά μου είναι.

Το βασικό χαρακτηριστικό της υποκριτικής είναι η αντιμετώπιση από τον ηθοποιό της έννοιας του χρόνου και της μνήμης. Υποκριτική είναι η προσπάθεια να κάνει καλλιτεχνικό έργο τον παρόντα χρόνο. Βασικό στοιχείο της υποκριτικής λοιπόν είναι η – με την μπερξονική έννοια – Στιγμή. Αυτός ο συμπυκνωμένος Χρόνος, όπως τον περιγράφει ο Ντελέζ (Παρελθόν, Παρών, Μέλλων), μέσα σε μία στιγμή, όταν αναδύεται μέσα απ’ το τόπο της μνήμης μας. Η λέξη “μίμηση” ετυμολογικά μάλλον βγαίνει από το “μέμνησο”. Σαν κάτι να προστάζει τη μνήμη μας, να βγει στο φως. Άρα δεν είναι δύσκολο ή εύκολο. Είναι απλώς η τεχνική της τέχνης του ηθοποιού. Δηλαδή; Ο ίδιος ο άνθρωπος.

Πρέπει ή δεν πρέπει να είναι τα όρια μεταξύ του άσπρου και του μαύρου σε ένα δημιούργημα μυθοπλασίας όπως ένα θεατρικό, ώστε να μην ρομαντικοποιηθεί μια συμπεριφορά σαν αυτή του Ρέυ; Εύχεστε το κοινό να τον αντιμετωπίσει με κατανόηση;

Στο Μαυροπούλι, αυτό που παραξενεύει, είναι το πώς ο συγγραφέας σχεδόν απαγορεύει στον εαυτό του (και κατ’ επέκταση και σ’ εμάς) να πάρει θέση. Είναι πάρα πολύ σπάνιο αυτό στη δραματουργία. Σχεδόν όλοι, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, παίρνουν διακριτικά ή όχι, θέση απέναντι σ΄ένα γεγονός. Εδώ κανείς απ’ τη μεριά της παράστασης δεν παίρνει θέση. Θέση θα πάρει – αν μπορεί και θέλει – ο θεατής. Το βασικό του εργαλείο, για να μην παρουσιάζονται τα πράγματα ασπρόμαυρα, αλλά να λάμπει εκτυφλωτικά η “γκρίζα ζώνη”, είναι η έννοια της αμφισημίας. Όλα όσα συμβαίνουν στην παράσταση είναι αμφίσημα.

Όταν ο Jeff Daniels έπαιξε τον ίδιο ρόλο, είχε δηλώσει ότι τού ήταν δύσκολο να μην τον παίρνει μαζί του στο σπίτι. Γενικά πόσο εύκολο σας είναι να αφήνετε τους ρόλους σας στο σετ ή στο σανίδι;

Δεν αφήνω κάποιο ρόλο στο θέατρο, γιατί δεν παίζω κάποιο ρόλο. Και δεν παίζω κάποιον ρόλο, γιατί δεν υπάρχει κάποιος ρόλος. Παίρνω στο σπίτι τον εαυτό μου που είναι στη σκηνή.

Μιλώντας για σεξουαλική κακοποίηση, μετά το σκάνδαλο του Harvey Weinstein στο Χόλιγουντ φαίνεται πως έχει ανοίξει ο Ασκός του Αιόλου. Υπάρχει αντίστοιχος ελληνικός ασκός που θα πρέπει κάποια στιγμή να αντιμετωπίσουμε;

Σίγουρα θα υπάρχει. Αλλά, ας μη μπερδευόμαστε. Όλα αυτά είναι προϊόντα ενός ακραίου νεοσυντηρητισμού. Πολύ επικίνδυνου θα έλεγα. Έχει στραφεί ξανά ο κόσμος – ή μάλλον ο τρόπος που καθοδηγούν τον κόσμο – σε μία προτεσταντική, νεοκαλβινιστική αντίληψη για τον άνθρωπο, η οποία συμβαδίζει με τον υποτιθέμενο μονόδρομο του νεοφιλελευθερισμού. Αυτά όλα που διαβάζουμε, περί ανοίγματος του ασκού του Αιόλου, είναι φαινόμενα μιας δήθεν νέας ηθικής ενός εξουσιαστικού συστήματος, που στηλιτεύει τη χυδαιότητα κάποιων προσώπων, μόνο και μόνο για να κρύψει τη δική του χυδαιότητα. Η κακοποίηση δεν είναι τίποτ΄ άλλο παρά ο τρόπος που o κάθε εξουσιαστής αντιμετώπιζε και αντιμετωπίζει τον κάθε εξουσιαζόμενο. Κακοποίηση ήταν, είναι και θα είναι. Αν σχολιάζουμε την κάθε κακοποίηση της εξουσίας ως μεμονωμένο γεγονός, που πρέπει να στιγματιστεί ηθικολογικά και δεν υπογραμμίζουμε τον κοινό τόπο, που είναι η σχέση εξουσίας με εξουσιαζόμενο, τότε η κακοποίηση ανθρώπου προς άνθρωπο θα συνεχιστεί επ’ άπειρο.

* Ο Γιώργος Κιμούλης σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί με την Ανθή Σαββάκη στην παράσταση ‘Το Μαυροπούλι’ στο Θέατρο Άλμα, καθημερινά εκτός από Δευτέρα και Τρίτη.

|Η ποπ κουλτούρα μέσα από εικόνες| Ακολούθησε το Ιnstagram account του Popcode.