ΑΦΙΕΡΩΜΑΤΑ

‘You ‘re the Worst’, οι προβληματικοί όλου του κόσμου, σε ευχαριστούν

Ή πώς επιτέλους μία σειρά αποφάσισε να ασχοληθεί με την ψυχολογία και να μας πείσει ότι δεν μπορούμε όλα να τα φτιάξουμε μόνοι μας σε αυτόν τον κόσμο. (Το κείμενο περιέχει σπόιλερ)

Το να θες να εξαφανιστείς στη μέση της νύχτας για να βάλεις τα κλάματα μπροστά από κάποιον γκρεμό. Ιδανικά, σε ύψωμα με θέα. Το να μην ξέρεις πώς να διαχειριστείς τον εαυτό σου.

Τσερνομπιλικά και από το πουθενά, σκάει στο μυαλό σου η ιδέα: Σκέφτεσαι πόσο θα ήθελες η σημερινή μέρα να περάσει με σένα κοιτώντας ταβάνια. Και περνάει. Τη βαφτίζεις ‘φάση’ και σαν καλός νονός, την επισκέπτεσαι συχνά, της κάνεις δώρα όπως την όρεξή σου, την επιθυμία σου για ζωή. Την έχεις στα ‘όπα όπα’. Και μέχρι να το πολυκαταλάβεις, σου γίνεται εμμονή συνήθεια. Ώσπου τα ταβάνια σου πέφτουν στο κεφάλι. Και η ζωή σου εικονογραφείται με το πιο βαρετό σπλάτερ στην ιστορία των σπλάτερ.

Σεζόν δεύτερη και περνάω υπέροχα. Είμαστε σε εκείνο το σημείο ‘αρχής’ που όλα τα βλέπουμε καταπληκτικά. Από τη μικρή οθόνη περνούν προσωπικότητες που πολύ θα θέλαμε να κάνουμε παρέα. Γιατί έχουν πλάκα, γιατί είναι ατσούμπαλοι, γιατί σε μερικά θέματα είναι δυσκίνητοι και σε μερικά άλλα πέφτουν με τα μούτρα κατενθουσιασμένοι.

Βρισκόμαστε στο αρχικό εκείνο στάδιο που μαθαίνουμε την καλή (χειρότερη εν προκειμένω) πλευρά των πρωταγωνιστών και ψάχνουμε να βρούμε με ποιον από τους τέσσερις βασικούς χαρακτήρες θα μπορούσαμε να ταυτιστούμε ώστε να έχει ακόμη περισσότερο ενδιαφέρον η εξέλιξη της σειράς. Γκρέτσεν και Τζίμι ή αλλιώς η ‘δεν αντέχομαι’ και ο ‘τραβάτε με και ας κλαίω’ προσπαθούν να αποδεχθούν τους εαυτούς σε μία σχέση που ξεκίνησε και συνεχίστηκε ελλείψει ταμπού και κολλημάτων στο σεξ.

 

Και τα καταφέρνουν μια χαρά.

Αφού περνάνε κάτι κλασικά εικονογραφημένα ‘δεν μπορώ, πιέζομαι‘ και ξανασμίγουν.

Και με την πεποίθηση ότι όλα φτιάχνουν με τις μικρές καθημερινές απολαύσεις μίας σχέσης που δεν (πρέπει να) το βάζει κάτω.

Έχουμε λοιπόν μία Γκρέτσεν μάνατζερ ενός ράπερ που απορρίπτει πεισματικά την όποια περίπτωση να βρεθεί σε μία ‘φυσιολογική’ σχέση. Έχει αρκετά θέματα με τους γονείς της και τα προβλήματα δέσμευσης πέρα από τον ερωτικό τομέα, τα εντοπίζουμε και στο σπίτι της που θυμίζει βομβαρδισμένο τοπίο.

(Και ο Τζίμι το εντοπίζει μαζί μας)

Παρεμπιπτόντως και συγγνώμη για τα παολοκοελικά αλλά, το σύμπαν πρέπει να σεβάστηκε την εν λόγω άποψη γι αυτό και την πούσαρε να το κάνει στάχτη και μπούρμπερι μία νύχτα που φόρτιζε τον δονητή της. Και μάλιστα, ακριβώς πάνω στη στιγμή που αποφασίζει να παρατήσει τον Τζίμι με το ‘δεν είμαι εγώ για σχέσεις’ να παίζει σε loop.

Η κατάληξη είναι να έχουμε συγκατοίκηση. Μία συγκατοίκηση που φυσικά είναι η χειρότερη αλλά τελικά, πάει καλά. Όπως και η σχέση τους. Γενικά, όλα καλά.

Πέρα από ένα συμβάν που έρχεται τρία επεισόδια πριν κλείσουμε τον δεύτερο κύκλο και πάμε να κοιμηθούμε σαν άνθρωποι, στα δέντρα.

Η Γκρέτσεν κάθε βράδυ ξυπνάει, παίρνει το παλτουδάκι της, παίρνει και το Nokia 3310 που της έχει δώσει ο επιτακτικός ράπερ της και φεύγει από το σπίτι.  

(Ο ράπερ που μεταξύ άλλων έχει πει στον Τζίμι και αυτήν την ατάκα)

Ο Τζίμι, την καταλαβαίνει και την παρακολουθεί. Δεν θέλει να πιστέψει ότι πρόκειται περί άπιστης μοιχαλίδας αλλά καλού κακού ξέρεις πώς είναι τώρα αυτά. Την ακολουθεί λοιπόν και την βρίσκει στην μέση του πουθενά, στην άκρη ενός γκρεμού να κλαίει με λυγμούς στο αυτοκίνητο. Για το πιο ανάλαφρο του πράγματος και για να μην βουτήξουμε στο κενό με την απότομη μετάβαση από την κωμωδία στην ψυχιατρική, η Γκρέτσεν παίζει φιδάκι στο κινητό.

Το θέμα όμως δεν είναι τι κάνει η Γκρέτσεν. Το θέμα είναι τι κάνει ο Τζίμι. Που την πλησιάζει, την ρωτάει τι κάνει, εκείνη του απαντάει ότι ‘κλαίει και παίζει φιδάκι’ και αυτός ηρεμεί (!) και φεύγει. ΦΕΥΓΕΙ. Την αφήνει και φεύγει. Για να μην το ξαναγράψω, ξαναδιάβασε την πρόταση.

Το επόμενο πρωί, μετά από ένα ακόμη περίεργο πρωινό μαγειρεμένο αλά Έντγκαρ και μετά από μία έκρηξη της Γκρέτσεν που άρχισε να τους βρίζει όλους και να πνίγεται μέσα στους τέσσερις τοίχους του υπεργαμάτου λόφτ του Τζίμι στο Λος Άντζελες, μαθαίνουμε ότι η Γκρέτσεν έχει κλινική κατάθλιψη.

Και δεν θέλει να το πει στον Τζίμι. Και εκεί που γελάμε, ξαφνικά αρχίζουμε να μαζευόμαστε. Να μαζευόμαστε, να μαζευόμαστε. Και να βλέπουμε έναν Τζίμι χαρούμενο που η Γκρέτσεν δεν τον απατά με την παραμικρή επιθυμία να μάθει τι απασχολεί την κοπέλα του που εξαφανίζεται τις νύχτες και κλαίει. Παρόλα αυτά, εκείνη αποφασίζει να του το πει.

 

Και τον παρακαλάει να καταλάβει ότι αυτό που της συμβαίνει δεν είναι κάτι που μπορεί να το φτιάξει ο ίδιος, απλώς, να το αποδεχτεί.

Για τα επόμενα δυόμιση επεισόδια, η Γκρέτσεν κοιτάει τα ταβάνια. Κυκλοφορεί στο σπίτι σαν μία φιγούρα που το έσκασε από κάποια ελληνική τραγωδία ή ζει τη ζωή των γειτόνων που τους παρακολουθεί.

*Δεν έχω σκεφτεί ποτέ μου να στείλω επιστολή σε σεναριογράφο σειράς. Δεν έχω σκεφτεί ποτέ μου να στείλω επιστολή, τώρα που το ξανασκέφτομαι. Ωστόσο κατά τη διάρκεια εκείνων των επεισοδίων η σκέψη του να στείλω ένα γράμμα κράζοντας τον άνθρωπο που σκέφτηκε να παρουσιάσει σε μία σειρά που λέγεται ‘είσαι ο χειρότερος’ μία πρωταγωνίστρια με κατάθλιψη, ανήμπορη να κάνει το οτιδήποτε για να βοηθήσει τον εαυτό της, μου φαινόταν εντελώς ρεαλιστική. Ευτυχώς, δεν την έκανα πράξη.

Στα επόμενα τρία 20λεπτα βλέπουμε έναν Τζίμι στα όριά του να μην μπορεί πλέον να διαχειριστεί την Γκρέτσεν που τον χωρίζει (πάλι) αυτή τη φορά γιατί δεν μπορεί να δει τίποτα θετικό στην ζωή της.

Κακήν κακώς, φτάνουμε στο τελευταίο δεκάλεπτο του τελευταίου επεισοδίου (σαν να κάνω μετάδοση μπάσκετ νιώθω). Όπου ο Τζίμι φεύγει από το σπίτι με άλλη γκόμενα αφήνοντας την Γκρέτσεν τέζα στο πάτωμα να προσπαθεί να μην σκέφτεται τίποτα. Και γυρνάει πίσω.

*Εδώ, κλαίμε.

Ένας Τζίμι συγγραφέας που θέλει να μην είναι αποτυχημένος πουθενά και είναι παντού. Ένας Άγγλος που βρίσκεται στο Λος Άντζελες και ασθενεί πιστεύοντας ότι δεν χρειάζεται τις σχέσεις οποιουδήποτε είδος. Ενώ ουσιαστικά, του συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Κατά τα άλλα, και αυτός έχει θέματα με την οικογένειά του που όχι απλά δεν τον αποδέχεται αλλά του ασκεί και ένα είδος bullying που τον οδηγεί στο σημείο να νιώθει ανακούφιση στο άκουσμα του θανάτου του πατέρα του.

Σημειωτέον, λίγο αργότερα από αυτήν την είδηση κάνει πρόταση γάμου στην Γκρέτσεν. Και εξαφανίζεται από αυτήν αμέσως μόλις εκείνη (η Γκρέτσεν) του συνδέει τα δύο γεγονότα και προσθέτει τον εαυτό της στην οικογένειά του. Μία οικογένεια που ο ίδιος είδε και απόειδε μέχρι να απαλλαχθεί.

Αλλά αυτό είναι ένα fastforward στο τέλος του τρίτου κύκλου.

Fast Rewind: Πίσω στην αρχή της τρίτης σεζόν. Της πιο ώριμης. Της πιο ουσιαστικής και γαμάτης σεζόν. Της σεζόν που η Γκρέτσεν αποκαλύπτει ότι δεν έχει δει ποτέ γιατρό για να συζητήσει το πρόβλημά της, ούτε έχει πάρει κάποια φαρμακευτική αγωγή.

Της σεζόν που ο Τζίμι πείθει την Γκρέτσεν να πάει στην ψυχίατρο. Την σεζόν όπου με τον πιο αστείο και αντισυμβατικό τρόπο αποδεικνύεται ότι ένας άνθρωπος που δεν είναι καλά ψυχικά δεν είναι ούτε τελειωμένος ούτε προβληματικός, απλά πρέπει να δεχθεί την βοήθεια. Από όπου και αν αυτή προέρχεται.

Και σε αυτό το σημείο, θα ήθελα να υποδεχθούμε στην παρέα τον Έντγκαρ που πιστεύει στις σχέσεις των ανθρώπων αλλά όχι στις δυνατότητές του και μας έρχεται από τον πόλεμο στο Ιράκ μαζί με μία σακούλα αντικαταθλιπτικών. Χάπια που πέρα από pause στην ζωή του φαίνεται ότι του είναι χρήσιμα μόνο για να γεμίζουν το στομάχι και να του ρίχνουν την λίμπιντο. Στην μανία καταδίωξης και τους φόβους πάσης φύσεως, καμία επίδραση.

Γι αυτό και όταν φτάνει στα όριά του (αυτά της αυτοκτονίας) με τους γιατρούς του κράτους που αδυνατούν να φανούν χρήσιμοι, αποφασίζει να τα κόψει και να το γυρίσει στην μαριχουάνα.

*Back to back παρακολουθούμε την ζωή δύο εντελώς διαφορετικών ανθρώπων, της Γκρέτσεν και του Έντγκαρ που βιώνουν τις διάφορες μορφές κατάθλιψης τόσο ρεαλιστικά που μας θυμίζουν τουλάχιστον έναν δικό μας άνθρωπο. Αν όχι τον ίδιο μας τον εαυτό που φοβάται να παραδεχθεί ότι αδύναμος ή να μοιραστεί τις κρίσεις πανικού του. Και ναι, πρέπει να παραδεχθώ ότι αμέσως μόλις συνειδητοποίησα το μεγαλείο του συγκεκριμένου σεναρίου, όλον αυτόν τον απίστευτο κωμικοτραγικό ρεαλισμό με τον οποίο παρουσιάζει την καθημερινότητα πάλι σκέφτηκα την επιστολή. Αυτήν την φορά για να πω ένα ευχαριστώ γι αυτό που βλέπω.

Γιατί επιτέλους, ένα σενάριο τηλεοπτικής σειράς παρουσιάζει την κατάθλιψη σαν υπαρκτό πρόβλημα και όχι σαν μπαμπούλα. Σαν έναν τεράστιο γίγαντα από τον οποίο θα τρέξουν όλοι να σωθούν και να μείνουν μακριά

Με την μία και μοναδική Λίνζι η οποία είναι η επιτομή του ‘εαυτούλη’ σε κάθε επίπεδο, θα δούμε μία ακόμη πτυχή των ψυχικών νοσημάτων, τα ψυχοσωματικά. Παντρεμένη με έναν άντρα που καταφέρνει να τον πείσει να την βλέπει να πηγαίνει με άλλους άντρες ‘για το καλό της σχέσης τους’, τρώει βουλιμικά την κακία με την οποία αντιμετωπίζει τον κόσμο γύρω της και, ως σκοπός ζωής της έχει να αντιμάχεται την μεγαλύτερη αδερφή της.

Που είναι πρώην του Τζίμι και παντρεμένη με έναν γιατρό για τα λεφτά που έχασε γκομενίζοντας στα social media.

Όλοι εκτός από τον Έντγκαρ μένουν άναυδοι με τη φράση ‘αγάπη είναι να βάζεις τις ανάγκες του άλλου πάνω από τις δικές σου’ και μοιράζονται την ίδια γκριμάτσα.

Είμαστε μία ωραία ατμόσφαιρα γενικά. Περνάμε καλά και αυτό βγαίνει στη Sunday-funday. Ή και όχι.

Κάπου εδώ πάει ένα ‘έτσι είναι όμως η ζωή με τα σκαμπανεβάσματά της’. Παρόλα αυτά, δεν θέλω να κλείσω με αυτό θα ήταν άδικο απέναντι στο μεγαλείο αυτής της σειράς που δεν κώλωσε να παρουσιάσει τους χαρακτήρες της δίχως να παραλείψει τις αδυναμίες τους. Εκείνο που οφείλει να ειπωθεί παρέα με ένα gifάκι που θα ελαφρύνει την ατμόσφαιρα στο πνεύμα της σειράς είναι ότι όλα αυτά που μας ταλαιπωρούν και επιστημονικά λέγονται ψυχικές ασθένειες, από αλκοολισμό και τζόγο μέχρι διαταραχές στη διατροφή, κρίσεις πανικού και αϋπνίες δεν είναι παρά ένας τρόπος που ο οργανισμός μας επιλέγει να μας μιλήσει.

Όχι απαραίτητα για κάτι κακό. Όχι απαραίτητα για κάτι δύσκολο.

Κακός τρόπος, έχεις δίκιο. Όμως εφόσον δεν υπάρχει άλλος διαθέσιμος, αντί να πανικοβαλλόμαστε, να κλεινόμαστε στον εαυτό μας, να παραιτούμαστε από την ζωή το μόνο που ουσιαστικά πρέπει να κάνουμε απέναντι σε όλη αυτήν την λαίλαπα παραπόνων του εαυτού μας είναι να τον ακούσουμε. Να δούμε τι έχει να μας πει. Και έπειτα να συζητήσουμε μαζί του. Και όταν βγάλουμε μία άκρη να ανοίξουμε την πορτούλα και στους δικούς μας ανθρώπους να ακούσουν αυτήν την συζήτηση. Γιατί αν δεν τους εμπιστευόμαστε τότε δεν είναι δικοί μας άνθρωποι.

Και σε κούρασα το ξέρω. Γι αυτό κλείνω με το gif που υποσχέθηκα και περιμένω μαζί σου τον επόμενο κύκλο της σειράς για να τον συζητάμε μαζί με recaps που υπόσχομαι ότι θα κάνουμε στο Popcode.

Υ.Γ.: Ξέρω ότι δεν είναι το κατάλληλο κείμενο για αυτό το υστερόγραφο αλλά αν θέλεις να συζητήσουμε τις τελευταίες δύο παραγράφους, είμαι εδώ. Όχι με τον γραφικό τρόπο που ίσως διαβάζεται.