REVIEWS

To ‘Spider-Man: Homecoming’ κρύβει μέσα του την ελπίδα του υπερηρωικού σινεμά

O νέος Spider-Man είναι όσα μπορούν να πάνε πολύ καλά και πολύ στραβά στο υπερηρωικό σινεμά.

Σε μια ηλεκτρική σκηνή δράσης του ‘Homecoming’, ο Peter Parker παρατάει το πάρτι της κοπέλας που του αρέσει για να κυνηγήσει ένα φορτηγάκι με κλεμμένη εξωγήινη τεχνολογία. Είχε φορέσει τη στολή του Spider-Man από νωρίτερα γιατί είχε σκοπό να διακόψει τον χορό υπερηρωικά για να αποδείξει σε όλους – και κυρίως στη Liz – ότι είναι κολλητός με το νέο μέλος των Avengers και άρα μη-loser.

Τελικά κατέληξε να χοροπηδάει από στέγη σε στέγη, να ξεμένει από web, να παίζει fetch με ένα λαμπραντόρ σε σπίτι που κράσαρε, να χάνει τον έλεγχο της παρα-υπερσύγχρονης στολής με πλοηγό μια φωνή – ή αλλιώς Karen όπως την ονομάζει – που του δίνει μερικές εκατοντάδες επιλογές για επίθεση (με μια ιδιαίτερη αδυναμία στο instant kill που τον φρικάρει), και να περνάει δίπλα από μια τηλεόραση που παίζει το ‘Ferris Bueller’s Day Off’. Είναι μια σεκάνς που κάνει πολύ περήφανα τις αναφορές της στην κλασική ταινία του ‘86 και βρίσκεται ακριβώς στη συχνότητα του ‘Homecoming’ όταν είναι στα καλύτερά του.

Όταν, δηλαδή, είναι μια coming-of-age ταινία που χρησιμοποιεί τους υπερηρωισμούς απλά ως φόντο, ή ως ευθεία αλληγορία για τις αιώνιες ερωτήσεις που σε παιδεύουν στην εφηβεία (συχνά και για πολύ, πολύ αργότερα). Ποιος είμαι πραγματικά; Είμαι αυτός που νιώθω ότι είμαι ή μήπως τελικά αυτός που υποκρίνομαι ότι είμαι; Και μπορώ να είμαι αυτός που είμαι χωρίς να απογοητεύω τους γύρω μου;

Με αφορμή την επόμενη ταινία Batman που περιγράφεται από τον σκηνοθέτη της, Matt Reeves, ως “νουάρ ντετέκτιβ στόρι”, το φυσικό περιβάλλον μιας ιστορίας Batman δηλαδή, σου γράφαμε την περασμένη εβδομάδα ότι οι υπερηρωικές ταινίες θα γίνουν ακόμα καλύτερες όταν αποφασίσουν να αποκτήσουν προσωπική ταυτότητα πέρα από αυτήν του σύμπαντός τους – και αυτό μπορεί να γίνει όταν η καθεμιά τους διεκδικήσει με πείσμα το είδος (είδη μάλλον) που τους ανήκει. Ή που ταιριάζει στο μήνυμά τους κάθε φορά.

Ο Batman ας είναι νουάρ. Ο Wolverine ας είναι western. Ο Spider-Man ας είναι ένα αυθεντικό coming-of-age μέχρι ν’ αφήσουν τον άνθρωπο να αποφοιτήσει επιτέλους. Ας είναι όλα τους ό,τι πρέπει να είναι κάτω από το καπέλο του superhero movie, που από μόνο του δε θα έπρεπε να είναι genre ούτως ή άλλως γιατί οι χαρακτήρες έχουν πάντα μεγαλύτερο ενδιαφέρον όταν αναπτύσσονται πέρα από τις δυνάμεις τους.

Είναι πολλά πια τα χρόνια που παρακολουθούμε το λάτεξ να πηγαίνει και να έρχεται στη μεγάλη οθόνη, και αν πολλές φορές παραπονιόμαστε και οι πιο φανατικοί για την πολλή βαβούρα, δεν είναι επειδή βαρεθήκαμε – προσωπικά, μάλιστα, υπάρχουν κάμποσες δεκάδες χαρακτήρων που περιμένω να δω. Είναι επειδή μετά τη 10η ταινία αρχίζουν τα χαρακτηριστικά τους να είναι εναλλάξιμα. Από τη στιγμή, λοιπόν, που οι υπερήρωες έχουν έρθει εδώ για να μείνουν, χρειάζονται μια τονωτική ένεση που θα κάνει τις εξορμήσεις τους εκτός από διασκεδαστικές και αλησμόνητες.

Ακόμα κι αν είναι το τρίτο franchise του Spider-Man τα τελευταία 15 χρόνια, το ‘Homecoming’ θα μπορούσε να είχε πετύχει τα παραπάνω αν δεν το έβαζαν να τακτοποιήσει και τον ρόλο του ως μέρος του MCU. Όπως ο Peter προσπαθούσε να υπερασπιστεί τον απλό κάτοικο του Queens που του ληστεύουν την τράπεζα και ταυτόχρονα να γράφει εικοσάρια, έτσι και η ταινία προσπαθεί να κάνει το ‘Breakfast Club’ που υποσχέθηκε και την ίδια στιγμή να είναι ένα υπερθέαμα δράσης με CGI και set pieces που ο Jon Watts του ‘Cop Car’ δε μπορεί ακόμα να διαχειριστεί. Μέρος του MCU, όμως, δε θα έπρεπε να σημαίνει εγκλωβισμός. Όταν η κάμερα απομακρύνεται από τον Peter για να δώσει χώρο στον Tony και την παρέα του λίγο πριν πέσουν οι τίτλοι τέλους, γελούσα με όσα εκτυλίσσονταν στην οθόνη γιατί ο Robert Downey Jr. παραμένει θησαυρός από φυσικό χάρισμα, αλλά την ίδια ώρα σκεφτόμουν ότι αυτός είναι πολύτιμος κινηματογραφικός χρόνος που θα έπρεπε να περνάμε με διαφορετική παρέα.

Τα βασικά συστατικά, ωστόσο, είναι εκεί και είναι πολλά υποσχόμενα.

Ο Tom Holland είναι ο καλύτερος Spider-Man που είχαμε μέχρι τώρα γιατί, εκτός από το προσωπικό του ταλέντο, τον εξυπηρετεί και το σενάριο. Ο Tobey Maguire έπαιζε αβίαστα την αθωότητα του Peter αλλά οι ταινίες του Raimi δεν τον άφησαν ποτέ να εκφράσει τον (αυτο)σαρκασμό του ήρωα. Ο Andrew Garfield έχει τεράστιο εύρος αλλά τα ‘Amazing Spider-Man’ είχαν μια μουντίλα που επισκίαζε την αγορίστικη παιδικότητά του – έμφυτη για τον ίδιο, απαραίτητη για τον Peter. O Holland τα έχει όλα και με απόθεμα.

Το supporting καστ των συμμαθητών του τον πλαισιώνει υπέροχα, γι’ αυτό και όταν εμφανίζονται δε θες να τους αφήσει. Ειδική μνεία στην αδικημένη με ελάχιστες ατάκες Zendaya και το στεγνό της χιούμορ που σίγουρα θα έχει περισσότερο χώρο στο σίκουελ. Ο Michael Keaton, μετά τον Batman και τον Birdman βάζει ξανά φτερά, αυτή τη φορά ενάντια στον ήρωα γιατί έχει πάει σε πανηγυρισμό της ομάδας του και ο μικρός τον διακόπτει συνέχεια (όχι ακριβώς, αλλά το ύφος του αυτό λέει). Ο Donald Glover δεν έχει πολλά να κάνει, αλλά η δεύτερη συνάντησή του με τον Peter είναι από τις καλύτερες φάσεις της ταινίας. Ο Tony Stark φέρνει μαζί του την MCUίλα και όσα αυτή σέρνει μαζί της, αλλά μέχρι τα μισά της ταινίας έχει μεμονωμένα πολύ πετυχημένες στιγμές χωρίς να καταπίνει τον κεντρικό ήρωα.

Το ‘Homecoming’ είναι σαν μια διασκεδαστική πρόγευση όσων μπορούν να γίνουν ακόμα καλύτερα στο μέλλον του franchise, αρκεί να του αφήσουν το περιθώριο να είναι ακριβώς αυτό που πρέπει – και κατά τα φαινόμενα θέλει – να είναι.

Πρέπει να το δώσω όμως στον Spidey. Δεκαπέντε χρόνια και τρεις προσπάθειες μετά, μπορεί ακόμα να τα πηγαίνει τόσο καλά ώστε να μας νοιάζει να δούμε περισσότερο. Μαζί με την υπερφυσική δύναμη, τον ενισχυμένο του μεταβολισμό και το wall crawling, να βάλουμε στις δυνάμεις του και το regeneration.

* To ‘Spider-Man: Homecoming’ κυκλοφορεί στις αίθουσες από τη Feelgood.